Η καταστροφή στη Μάνδρα ερχόταν... από το 2003 - ΜΕΤΕΧΩ

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2017

Η καταστροφή στη Μάνδρα ερχόταν... από το 2003

Ως «το χρονικό ενός προαναγγελθέντος εγκλήματος» περιγράφουν οι ειδικοί την τραγωδία της Μάνδρας, η οποία εξακολουθεί μέχρι σήμερα να μετράει  νεκρούς. Όπως αποκαλύπτεται μάλιστα, όλα φαίνεται να έγιναν «νομότυπα» με τις υπογραφές υπουργών, τη σύμφωνη γνώμη της τοπικής αυτοδιοίκηση αλλά και τη σχετική έγκριση κρατικών φορέων λίγο πριν τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ήταν λοιπόν το 2003 όταν, όπως αποκάλυψε σε σχετική ανάρτησή του στα social media ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, Νίκος Μπελαβίλας,  εγκρίθηκε η επέκταση της πόλης της Μάνδρας μέσα στο ρέμα. Πιο συγκεκριμένα, με κοινή απόφαση των τότε υπουργών ΠΕΧΩΔΕ, Βάσως Παπανδρέου και Γεωργίας, Φώτη Χατζημιχάλη, εκδόθηκε η απόφαση για  «Τροποποίηση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Δήμου Μάνδρας (Ν. Αττικής) ΦΕΚ 1066Δ'/9.10.2003». Όπως επισημαίνει ο κ. Μπελαβίλας  «με αυτή τη νέα επέκταση της πόλης με χρήσεις εμπορίου, βιομηχανίας κλπ. προς τα ανατολικά και νότια, διεκόπη η ροή των νερών που έρχονται από το όρος Πατέρας. Εκεί ακριβώς ανταμώνουν τα ρέματα Κατσιμίδι και Σκυλόρεμα».
Επιπλέον, τονίζει πως το σχετικό Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο «πουθενά δεν σημειώνει, ως όφειλε, ρέμα, κοίτη, πράσινη πενηντάμετρη ζώνη όπως προβλέπει η νομοθεσία. Αντίθετα, επάνω σχεδόν στην κοίτη τοποθετούνται οι νέες ασφάλτινες λεωφόροι». Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Μπελαβίλας, είναι να δημιουργηθεί ένας «συνδυασμός, που αποδείχτηκε εκρηκτικός. Η διάθεση για άμεση ένταξη νέων εκτάσεων στο real estate παραμονές Ολυμπιακών Αγώνων δεν επέτρεψε να ληφθούν μέτρα, δηλαδή να "σπαταληθεί" γη σε τέτοιο προνομιακό σημείο ώστε να αφεθεί η κοίτη ελεύθερη».
Ο κ. Μπελαβίλας μάλιστα συνοδεύει την ανάρτηση του και με σχετική φωτογραφία του ΓΠΣ, όπου με μωβ χρώμα αποτυπώνονται οι περιοχές που διακόπτουν το ρέμα είτε με χαρακτηρισμό «Κέντρο Πόλης» είτε με χαρακτηρισμό «Βιομηχανία».
Θα πρέπει να επισημανθεί βέβαια, πως η εν λόγω κατάσταση ήταν λίγο πολύ γνωστή τόσο στους εκπροσώπους της κεντρικής όσο και της τοπικής διοίκησης αλλά και στους αρμόδιους κρατικούς φορείς. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, όπως αναφέρουν ασφαλείς πληροφορίες, εστάλη επείγον έγγραφο εκ μέρους του ΙΓΜΕ προς την Περιφέρεια Αττικής την επομένη της μεγάλης καταστροφής, στο οποίο περιγράφεται ο κίνδυνος που διατρέχει η Μάνδρα, με δεδομένο πως το κέντρο της πόλης έχει χτιστεί πάνω στη συμβολή δύο ρεμάτων.
«Υπάρχουν ισχυρά οικονομικά συμφέροντα πίσω από την επέκταση του σχεδίου πόλης»
«Όλα έγιναν νομότυπα, όσα κτίρια χτίστηκαν πάνω στην κοίτη του ρέματος, είτε κατοικίες είτε βιομηχανικά, είχαν την έγκριση της πολεοδομίας αλλά και τη σύμφωνη γνώμη της τοπικής αυτοδιοίκησης» σημειώνει μιλώντας στο Tvxs ο Νίκος Μπελαβίλας κι αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Εάν τα συγκεκριμένα κτήρια δεν είχαν τόσο ισχυρές αντισεισμικές προδιαγραφές, αφού αυτές προβλέπονται λόγω της έντονης σεισμικής δραστηριότητας στη χώρα μας, θα είχαν καταρρεύσει. Αντιθέτως, αυτά τελικά λειτούργησαν ως φράγματα, τα οποία εγκλώβισαν νερά και λάσπες».
Για τον κ. Μπελαβίλα οι λύσεις που υπάρχουν σε ό,τι έχει να κάνει με την περίπτωση της Μάνδρας δεν είναι πολλές, οφείλουν όμως να είναι δραστικές: «Η μία λύση είναι να γίνει εκτροπή του ρέματος, όπως συνέβη στην περίπτωση του Κηφισού. Αυτό βέβαια απαιτεί 15 χρόνια στην καλύτερη περίπτωση. Εκτιμώ δε πως αυτό μάλλον θα σήμαινε και το τέλος της επέκτασης του σχεδίου πόλης, κάτι που θα ενοχλούσε αρκετούς, καθώς υπάρχουν ισχυρά οικονομικά συμφέροντα στην περιοχή. Η άλλη λύση είναι να πάρουμε κάποιες σημαντικές εκτάσεις, που βρίσκονται πάνω στο ρέμα, προκειμένου να δημιουργήσουμε τον απαραίτητο χώρο για να περνάει αυτό. Σε αυτή την περίπτωση βέβαια η κοίτη αναγκαστικά θα περάσει μέσα από τη βιομηχανική ζώνη. Εκεί πιθανότατα θα χρειαστεί να γκρεμιστούν και κτίσματα».
«Η Μάνδρα ήταν καταδικασμένη από τις πρώτες ψιχάλες της Τρίτης»
Για «διαχρονικό βιασμό της Μάνδρας» κάνει λόγο από την πλευρά του ο Αγρονόμος - Τοπογράφος Μηχανικός και μέλος του Δ.Σ. Συλλόγου Ροή - Πολίτες Υπέρ των Ρεμάτων, Δημήτρης Θεοδοσόπουλος. «Τα ρέματα στην περιοχή (Σούρες και Αγία Αικατερίνη πιο συγκεκριμένα) είναι τα αθώα θύματα ενός προαναγγελθέντος εγκλήματος» τονίζει εμφατικά προσθέτοντας παράλληλα: «Επί δεκαετίες, με την ανοχή των κρατικών και τοπικών αρχών, ο ζωτικός χώρος των ρεμάτων άρχισε να καταλαμβάνεται και σε κρίσιμα σημεία στην πορεία του (απότομες κλίσεις, απότομες αλλαγές εύρους, απότομες αλλαγές διεύθυνσης) οι επεμβάσεις που έγιναν οδήγησαν στην αύξηση της ορμής του εξαιρετικά μεγάλου όγκου νερού που έπεσε σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα το πρωί της Τετάρτης».
Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Θεοδοσόπουλος αναφέρει: «Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, μέσα σε 20 λεπτά το ύψος του νερού από 50 πόντους έφτασε τα 3 μέτρα, γεγονός που εξηγείται μόνο από το γεγονός ότι εκείνη τη στιγμή έφραξαν με φερτά υλικά (μπάζα) οι βασικές δίοδοι εξόδου των ρεμάτων, οι οποίες ήταν ήδη μικρότερες από ότι χρειάζονταν. Η φράξη αυτή σε συνδυασμό με τη μεγάλη ταχύτητα των νερών λόγω της συμπίεσης της κοίτης από αυθαίρετα (νόμιμα και μη) οδήγησε τα νερά στο δρόμο Θηβών - Ελευσίνας και έπειτα στα σπίτια των ανθρώπων. Από το βορρά το ρέμα Σούρες διοχέτευε ασταμάτητα νερό στην Μάνδρα, ενώ παράλληλα σημαντικές ποσότητες νερού έρχονταν και από τα Δυτικά από το ξεχείλισμα του ρέματος Αγίας Αικατερίνης, το οποίο κατέληξε και αυτό να επανακαταλάβει τον χώρο του, που είχε μετατραπεί σε δρόμο».
Με βάση όλα τα παραπάνω σύμφωνα με τον κ. Θεοδοσόπουλο «η Μάνδρα ήταν καταδικασμένη ήδη από τις πρώτες ψιχάλες που έπεσαν το βράδυ της Τρίτης». Παράλληλα φέρνει στο φως και φωτογραφίες, που αποδεικνύουν το «διαχρονικό έγκλημα» που έχει συντελεστεί στην περιοχή.